Αρχική σελίδα (HOME)
Από τον εκδότη
Επικοινωνία


Γράψτε εδώ ό,τι θέλετε να ψάξετε από τον ΤΥΧΙΚΟ

   





Πιο βαθιά στη Βίβλο -- Πιο κοντά στη ζωή .
Το περιοδικό που ενώνει τους πιστούς του Χριστού






Λ
ΛΛΛ
ΛΛΛΛΛ
ΙΙ


Για να διαβάσετε το τρέχον τεύχος σε έντυπη μορφή
πατήστε την άνω εικόνα.


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
Τ Ε Υ Χ Ο Υ Σ
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012


Πατήστε στους τίτλους των άρθρων

Α Ρ Θ Ρ Α




Οπτική γωνία


>
Σκέψη Αυτοκτονίας ή
Αυτοκτονία της Σκέψης;




Είδωλα στην Εκκλησία



Αν ήξερες...



Ελληνικά ή εβραϊκά;



Η επιγραφή του Σταυρού



Ποιος κυβερνά τον κόσμο;



«Εκζητήσατέ με και θέλετε ζήσει»

Σας αρέσουν οι Παροιμίες;


Μ Ο Ν Ι Μ Ε Σ Σ Τ Η Λ Ε Σ




Αλληλογραφία

Ποιος είναι ο «Υπηρέτης του Θεού»;

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Κυκλοφορεί και ο Β΄ Τόμος

με τα Ποιητικά Βιβλία


Εκ Καρδίας

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2011


Η Τελευταία Σελίδα

???

Πόσο βαραίνει ένα όνομα;

Διά πολλών μαρτύρων...

Αν ήξερες...

Έκλαψε ο Χριστός! Για ακόμα μια φορά έκλαψε. Και δεν ήταν τώρα απλώς κάποια δάκρυα που ράντισαν το τίμιο πρόσωπό Του, όπως πριν από λίγες ημέρες στο φίλο Του Λάζαρο. Εδώ ήταν κλαυθμός ασυγκράτητος. Εκεί επιβλήθηκε με δύναμη βουλήσεως στο συναίσθημά Του και τελικά απλώς «εδάκρυσεν» (Ιωάν. 11/ια/35). Εδώ «έκλαυσεν» (Λουκ. 19/ιθ/41). Τον κατέλαβαν λυγμοί, άφησε ελεύθερο το θυμικό Του να εκδηλωθεί, έχυσε άφθονα δάκρυα...

«Έκλαυσεν» ο Ιησούς «ιδών την πόλιν», την Ιερουσαλή
μ, την πρωτεύουσα της πατρίδας Του.


Ήταν τότε που κατέβαινε από το όρος των Ελαιών καθισμένος επάνω σε πουλάρι, και όλος ο κόσμος Τον ανευφημούσαν βασιλιά και Μεσσία και έστρωναν τα ρούχα τους να περάσει από επάνω. Τότε, και αφού είχε σχεδόν κατέλθει την οδό που οδηγούσε από το όρος προς την Ιερουσαλήμ, προσέπεσε στους οφθαλμούς Του η όψη της πόλεως. Θέαμα επιβλητικό, μεγαλοπρεπές, με τον Ναό να απαστράπτει από τη λευκότητα των λίθων και μαρμάρων του, μοναδικό μνημείο λατρείας του αληθινού Θεού σε όλη την υφήλιο.

Η Ιερουσαλήμ, η πρωτεύουσα του περιουσίου λαού του Θεού, του εκλεκτού έθνους, που είχε αξιωθεί της «περιποιήσεως» εκ μέρους του Θεού, της πατρικής ευνοίας Του!

Και όμως –τί τραγικό!– η Ιερουσαλήμ, «η αποκτέννουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν»! (Ματθ. 23/κγ/37), αυτή που είχε δεχθεί όλη τη στοργική επιμέλεια και φροντίδα του Υψίστου, όλη την «πρόσκλισιν», το σκύψιμό Του επάνω της, την ιδιαίτερη μεταχείριση εκ μέρους Του, την ευμενή προς αυτήν διάθεσή Του, ναι αυτή^ αυτή Τον ύβρισε τον Τροφέα και Κηδεμόνα της. Ξιπάστηκε από τις άφθονες ευλογίες που τη συνάντησαν, «ελιπάνθη, επαχύνθη, επλατύνθη» και τέλος «απελάκτισε», κλώτσησε, βλασφήμησε, αποστάτησε (Δευτ. 32/λβ/15).

Αυτή την πόλη αντίκρισε ο Χριστός, και ενώ οι επευφημίες τού πλήθους ακόμα ηχούσαν γύρω Του, αυτός «ιδών την πόλιν έκλαυσεν επ' αυτή».

Τόσο καιρό τους καλούσε κοντά Του. Τους απηύθυνε πρόσκληση, προσκλήσεις επανειλημμένες, τους παρακαλούσε. Με λόγια, με πράξεις, με θαύματα, με φόβητρα, με απειλές, με δάκρυα, με ικεσίες, κάθε μέρα, όλη την ημέρα... «Όλην την ημέραν εξεπέτασα τας χείρας μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα» (Ρωμ. 10/ι/21, Ησ. 65/ξε/2). Σαν τον στοργικό πατέρα, σαν την τρυφερή μάνα, όλη την ημέρα άπλωνα τα χέρια μου, καλούσα, ικέτευα, ζητούσα να αναδεχθώ, να περιπτυχθώ, να εγκολπωθώ, και το μόνο που εισέπραττα ήταν η αντίρρηση, η απόρριψη.

Πώς να μην κλάψει ο Χριστός;

Αν ήξερες, Ιερουσαλήμ! «Ει έγνως... και γε εν τη ημέρα σου ταύτη, τα προς ειρήνην σου»! (Λουκ. 19/ιθ/42). Έστω και τώρα, την τελευταία αυτή ημέρα, την έσχατη προθεσμία που σου δίνεται από τον Θεό, αν ήξερες εκείνα που θα σε οδηγούσαν στην ειρήνη σου, στην ευημερία σου! Αν μπορούσες να τα καταλάβεις! Αν επιτέλους τώρα άνοιγαν τα μάτια σου να δεις το συμφέρον σου!...

Σταματά εδώ ο Θεάνθρωπος. Το "αν" που είπε, το αφήνει μετέωρο, χωρίς απόδοση του λόγου. Τί θα γινόταν, αν η Ιερουσαλήμ καταλάβαινε το συμφέρον της, συναισθανόταν την αποστασία της και επέστρεφε, έστω κι αυτή την τελευταία στιγμή, στον Θεό; Δεν συνέχισε ο Κύριος.

Τόσες φορές τα είχε πει. Τώρα δεν συνέχισε. Μόνον έκλαψε.

Κι έπειτα συμπλήρωσε και κάτι άλλο: «Νυν δε εκρύβη από οφθαλμών σου» (στίχ. 42). Τώρα πάει, τελείωσε. Τώρα έπεσε σκοτάδι στα μάτια σου, τυφλώθηκες, πωρώθηκες, δεν μπορείς πια να δεις το συμφέρον σου. Δεν μπορείς να βρεις το δρόμο που θα σε βγάλει από τον οριστικό χαμό σου.

Ιερουσαλήμ, αν ήξερες!

***

Ελλάδα, αν ήξερες!...

–Μη, Κύριε. «Μη απορρίψης ημάς από του προσώπου σου. Ταχύ προκαταλαβέτωσαν ημάς οι οικτιρμοί σου, Κύριε, ότι επτωχεύσαμεν σφόδρα. Βοήθησον ημίν, ο Θεός, ο Σωτήρ ημών. Κύριε, ρύσαι ημάς και ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών ένεκεν του ονόματός σου. Μη καταισχύνης ημάς, αλλά ποίησον μεθ' ημών κατά την επιείκειάν σου και κατά το πλήθος του ελέους σου. Επίστρεψον ημάς, ο Θεός των σωτηρίων ημών» (Ψαλμ. 50/ν/13, 78/οη/8-9, Δαν. 3/γ/ [Προσθ. 18], Ψαλμ. 84/πδ/5 Ο~).

Προτού είναι πια αργά. Προτού «κρυβή από των οφθαλμών» μας ο δρόμος της επιστροφής σε Σένα. Προτού αυτή η πατρίδα, η αγαπημένη, η χιλιοευλογημένη από Σένα, χάσει οριστικά το φως της. Εσένα, τον Κύριο και Θεό της...



____________

Από το περιοδικό «Σωτήρ», 1-2-2012, σελ. 69-70.